προσπαρατίθημι

προσπαρατίθημι
Α [παρατίθημι]
1. προσαρτώ, προσάπτω («[ἄρθροις] διάρθρωσιν προσπαρατιθέναι», Αντίγ. Καρ.)
2. προσθέτω κάτι ακόμη («μᾱζαν παρέχειν κελεύει, ἄρτον δὲ ταῑς ἑορταῑς προσπαρατιθέναι», Αθήν.)
3. προβάλλω κάτι ως ένα επί πλέον παράδειγμα («καὶ προσπαρατιθεὶς τὴν αὑτοῡ μετάθεσιν, πολλούς... παρώρμησε», Πολ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προσπαραθεῖναι — προσπαρατίθημι append aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρατεθειμένοις — προσπαρατίθημι append perf part mp masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρατιθείς — προσπαρατίθημι append pres part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρατιθέναι — προσπαρατίθημι append pres inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρατίθεσθαι — προσπαρατίθημι append pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρεθήκαμεν — προσπαρατίθημι append aor ind act 1st pl (attic prose) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρετίθεσαν — προσπαρατίθημι append imperf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρέθηκε — προσπαρατίθημι append aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσπαρέθηκεν — προσπαρατίθημι append aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”